Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

Νίκος Χουντής: Διαπραγματευτικό μας όπλο, η μη βιωσιμότητα του χρέους


Ο Νίκος Χουντής, πρώην ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, έχει αναλάβει την ευθύνη της επιτροπής για τη διαπραγμάτευση της δανειακής σύμβασης, που θα προετοιμάσει το νομικό, οικονομικό και πολιτικό υλικό, με το οποίο θα εξοπλιστεί η αρυριανή κυβέρνηση της Αριστεράς. Πώς προχωράει η προετοιμασία αυτή; Ποια θα είναι τα κρίσιμα ζητήματα της διαπραγμάτευσης; Σε ποιες κατευθύνσεις θα κινηθεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ; Και σε ποιο ευρωπαϊκό περιβάλλον προβλέπεται ότι θα διεξαχθεί αυτή η διαπραγάτευση;

Tη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός

Δεν είναι ακόμη σαφές τι ζητά η τρόικα και τελικά τι θα δεχθεί η κυβέρνηση. Πού μπορεί, κατά τη γνώμη σου, να καταλήξει η συμφωνία;

Επιβεβαιώνεται, για άλλη μια φορά, ότι η κυβέρνηση έχει καταθέσει εξαρχής τα όπλα της διαπραγμάτευσης. Άλλωστε έχει «διαψευσθεί» σε ότι για προεκλογικούς λόγους εξήγγειλε. Το πιθανότερο σενάριο είναι η κυβέρνηση να αποδεχθεί τις απαιτήσεις της τρόικας – άλλωστε είναι και δεσμεύσεις που επαναλαμβάνονται στα μνημόνια – και να ζητήσει να μεταθέσουν τις πιο δύσκολες για το μέλλον. Δεν επιθυμεί να πληρώσει το πολιτικό κόστος ότι υπογράφει ένα νέο μνημόνιο. Αυτή είναι η ουσία της υποτιθέμενης εξόδου από το μνημόνιο με την εξασφάλιση της πιστωτικής γραμμής, που θα εμφανισθεί ως επιτυχία.

Η κυβέρνηση ανθίσταται στα δημοσιονομικά και φαίνεται ότι αποδέχεται τις «μεταρρυθμίσεις». Γιατί, τελικά, να μην το δεχθεί η τρόικα;

Αυτό που προκύπτει απ’ την εμπειρία των μνημονίων, είναι ότι προέχουν οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις, δηλαδή οι ιδιωτικοποίσεις, η αφαίρεση εργασιακών και κοινωνικών δικαιωμάτων, που δυσκολεύουν την εφαρμογή ενός εναλλακτικού, προοδευτικού σχεδίου ανόρθωσης προς όφελος της κοινωνίας. Σ’ αυτό το πλαίσιο το χρέος, τα ελλείμματα, είναι ένας μοχλός άσκησης συγκεκριμένων μνημονιακών νεοφιλελεύθερων πολιτικών.

Τι είναι «βιώσιμο» και τι αβίωτο

Σε άρθρο του στην «Καθημερινή» ο πρωθυπουργός κάνει και σκληρή κριτική στον ΣΥΡΙΖΑ για την πολιτική του όσον αφορά το χρέος, ότι με την πολιτική του δεν αφήνει περιθώρια να αποδειχθεί ότι είναι βιώσιμο.

Το χρέος είναι το κεντρικό πρόβλημα. Μ’ αυτά που λέει ο πρωθυπουργός – τα ’πε και στη Βουλή – ουσιαστικά αποδεικνύει ότι δεν διεκδικεί και δεν διαπραγματεύεται τίποτε, από τη στιγμή που λέει ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Μ’ αυτή του την τοποθέτηση διευκόλυνε και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τους ευρωπαίους ηγέτες και το Eurogroup να μην τηρούν πια τις δεσμεύσεις που είχαν αναλάβει τον Νοέμβρη του 2012. Τότε έλεγαν ότι ‘«θα ξανασυζητήσουμε το θέμα του χρέους, αν εσείς έχετε πλεονάσματα και μεταρρυθμίσεις» .Τώρα λένε ότι είναι βιώσιμο, προχωρήστε στις μεταρρυθμίσεις.

Γιατί κατά τη γνώμη σου το θέτει έτσι η ελληνική πλευρά;

Διότι πιστεύει βαθιά, πέρα απ΄ τις όποιες συζητήσεις, στη λογική της εσωτερικής υποτίμησης, της αφαίρεσης εισοδήματος , δικαιωμάτων κτλ ως προυπόθεση των ιδιωτικών επενδύσεων που θα φέρουν ανάπτυξη.Το πιστεύει όχι μόνο από ιδεοληψία. Ο πρωθυπουργός μιλάει ο ίδιος και με όρους εξασφάλισης της προσωπικής πολιτικής επιβίωσης. Τα διάφορα θετικά σενάρια που εκφωνούσε διαψεύστηκαν. Και επιχειρεί να επιβιώσει υποσχόμενος ότι θα μείνει σταθερός στην πολιτική αυτή.

Οι Ευρωπαίοι, όμως γιατί άλλαξαν γνώμη;

Οι Ευρωπαίοι θα μπορούσαμε να πούμε ότι βρίσκονται σε αμηχανία. Πρώτον, υποσχέθηκαν ότι τα προβλήματα, όχι μόνο της Ελλάδας, θα αντιμετωπιστούν μ’ αυτές τις μνημονιακές πολιτικές και με την εμπειρία αυτή διαμόρφωσαν τους νέους κανονισμούς της οικονομικής διακυβέρνησης. Είχαν, μάλιστα, τον χαρακτηριστικό τίτλο «Πώς θα θωρακιστεί η Ευρωζώνη από μελλοντική κρίση». Τώρα, βλέπουν ότι η συνταγή αυτή δεν φαίνεται να έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Δεν συμπεραίνουν όμως ότι δεν ήταν δυνατό εξ υπαρχής να αντιμετωπιστεί η κρίση έτσι. Πιστεύουν ότι εφαρμόστηκε χαλαρά και επιχειρούν τώρα αυστηρότερη εφαρμογή!
Όμως η αποτυχία δεν περιορίζεται στην Ελλάδα, δες τι γίνεται στη Γαλλία και την Ιταλία. Γενικεύεται η λιτότητα, η ευρωζώνη δεν περνάει σε φάση ανάπτυξης. Αυξάνονται τα χρέη των χωρών και η ανεργία δεν αντιμετωπίζεται. Ας θυμηθούμε, όμως, και την αφετηρία: ο νεοφιλελευθερισμός, έλεγαν, θα απαλλάξει τον καπιταλισμό από τις κρίσεις ή, αν προκύψουν, θα είναι περιορισμένες. Η κρίση ήρθε και είναι πολύ μεγάλης έντασης και διάρκειας. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι έχουν δοκιμάσει όπως λένε όλες τις εκδοχές αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους, δηλαδή επιμήκυνση, κούρεμα, μείωση επιτοκίων. Οι τρεις βασικές παράμετροι του χρέους, δηλαδή, έχουν δοκιμαστεί και μάλιστα προβάλλονται τώρα ως εκπλήρωση της υποχρέωσης και ας γνωρίζουν ότι επί της ουσίας το πρόβλημα δεν αντιμετωπίστηκε. Πρέπει, υποστηρίζουν, να αποδειχθεί ότι η ασκούμενη ως τώρα πολιτική αντιμετώπισης ελλειμμάτων και χρέους είναι αποτελεσματική. Ότι είναι στο στάδιο της δοκιμασίας. Θα υπάρξει παραδοχή ότι το σχέδιο αυτό δεν βγαίνει; Θα ήταν μια σημαντική ανατροπή.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση σε κρίση

Μπορεί, όμως, να προχωρήσει έτσι η Ευρώπη στην κατάσταση που περιέγραψες;

Η Ευρώπη, και ειδικά η Ευρωζώνη, παρά το ότι η κρίση ήταν παγκόσμια εξακολουθεί να τη βιώνει σε μεγαλύτερο βάθος και διάρκεια. Τώρα η ύφεση επεκτείνεται και στον Βορρά και στους ισχυρούς. Η σχεδόν μηδενική ανάπτξη της Γερμανίας ,τα δημοσιονομικά προβλήματα Γαλλίας, Ιταλίας το αποδεικνύουν. Αν αναδεικνύεται, λοιπόν, κάτι, είναι ότι η πορεία της Γερμανίας που καθορίζει τις ευρωπαϊκές εξελίξεις – παλαιότερα ήταν ο γαλλογερμανικός άξονας – λειτουργεί όχι ως μια χώρα που θέλει να προωθήσει την ευρωπαϊκή ενοποίηση, αλλά κρίνει με όρους κόστους και οφέλους, τι εξυπηρετεί τη δική της πολιτικοοικονομική ηγεμονία. Θέλει, λοιπόν, να επιβάλλει στην Ευρώπη τη δική της πολιτική. Άρα δεν πάμε σε μια ΕΕ αλληλεγγύης, δημοκρατίας, ένωση ισότιμων χωρών, αλλά σε μια Ευρώπη με ηγεμονία των αγορών, του γερμανικού μοντέλου. Αυτό προκαλεί πολιτικές αντιδράσεις από διάφορες δυνάμεις και από διάφορες χώρες.

Αυτό πια εντοπίζεται και αναλύεται στον έγκυρο συστημικό Τύπο χωρίς περιστροφές.

Η αντιστροφή αυτής της κατάστασης είναι πρωτίστως πολιτικό ζήτημα. Ν’ αλλάξουν οι πολιτικοί συσχετισμοί, και όπως φαίνεται αλλάζουν. ΣΥΡΙΖΑ, Ποδέμος, Ιρλανδία. Η κατίσχυση των αγορών έχει αλλοιώσει την ενοποιητική της διαδικασία και σήμερα η Ευρωζώνη δεν είναι ελκυστική. Για να ενισχύσουν την ελκτικότητά της αποφασίστηκε η είσοδος στην Ευρωζώνη, σε συνθήκες κρίσης, οικονομιών και κοινωνιών με σοβαρά προβλήματα, όπως, πχ, οι χώρες της Βαλτικής. Ακόμη, έχουν αρχίσει να γίνονται ως και καταγγελίες μεταξύ χωρών μελών ότι παραβιάζονται οι κανόνες ανταγωνισμού.

Ως κυβέρνηση ο ΣΥΡΙΖΑ θα ξεκινήσει τη διαπραγμάτευση σε μια Ευρώπη με δύο χαρακτηριστικά: επιμένει στην πολιτική της, αλλά συναντά και αυξανόμενη αμφισβήτηση, απειλούνται ρήγματα.

Είναι γεγονός ότι υπάρχουν όλες αυτές οι διεργασίες, που δεν έχουν ακόμα καταλήξει κάπου. Επομένως, κατά τη διαπραγμάτευση θα πρέπει να πάρεις υπόψη σου τα ευνοϊκά στοιχεία για να αντλήσεις επιχειρήματα και να μειώσεις αντιδράσεις. Αντιλαμβάνομαι, και γι’ αυτό πρέπει να προετοιμαστούμε, ότι η διαπραγμάτευση που θα κάνει η αυριανή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για το χρέος, θα έχει δυο χαρακτηριστικά. Πρώτον, ότι θα είναι, καταρχήν, μια πολιτική διαπραγμάτευση. Δεύτερον, ότι δεν διαπραγματεύεται μόνο το χρέος αλλά όλο το ευρωπαϊκό πλαίσιο.
Η πρότασή μας, όπως την έχουμε αποφασίσει στο συνέδριό μας και την εκφώνησε πρόσφατα στη Θεσσαλονίκη ο πρόεδρος, περιλαμβάνει διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους, αποπληρωμή του υπόλοιπου με ρήτρα ανάπτυξης, περίοδο χάριτος για την εξυπηρέτησει για να μπορέσουν να εξοικονομηθούν πόροι, αναπτυξιακή βοήθεια και πρόγραμμα ανόρθωσης. Ακόμη, διεκδικούμε έναν διαφορετικό ρόλο για την ΕΚΤ. Τίθεται και η διεκδίκηση της επιστροφής του κατοχικού δανείου. Υποστηρίζουμε ότι οι δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις δεν πρέπει να υπολογίζονται στο έλλειμμα. Μένω όμως στο τρίπτυχο το οποίο πρέπει να υλοποιηθεί όλο, συνολικά, διότι αλλοιώς δεν θα έχει αποτέλεσμα. Το χρέος είναι πανευρωπαϊκό, αλλά ταυτόχρονα πανευρωπαϊκό είναι και το πρόβλημα της ανάπτυξης. Άρα, διαπραγματεύεσαι να αλλάξεις ένα πλαίσιο που είναι αντιαναπτυξιακό, στο όνομα και άλλων χωρών με το ίδιο πρόβλημα. Στο όνομα ακόμη και των Γερμανών εργαζομένων!

Με ποιους θα πάμε και ποιους θ‘ αφήσουμε

Ποιοι, λοιπόν, θα είναι οι σύμμαχοί μας εκεί; Πώς το προετοιμάζετε αυτό;

Αφετηριακά μας σημεία είναι: Ότι το χρέος δεν είναι κοινωνικά και οικονομικά βιώσιμο. Ότι όσο υπάρχει δεν μπορούμε να αναπτυχθούμε. Ότι έχουν γίνει μεγάλες, ενδεχομένως ανεπανόρθωτες, βλάβες στην κοινωνία και την οικονομία. Πού στηρίζεται αυτή η δέσμη των διεκδικήσεων του ΣΥΡΙΖΑ;
Πρώτον, στο Διεθνές Δίκαιο. Όταν μια χώρα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης, δικαιούται να βάλει στο ζύγι χρέη και επιβίωση της κοινωνίας και να διαλέξει το δεύτερο. Δεύτερον, στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, στο οποίο υποσχέθηκαν ότι αυτά τα προβλήματα δεν θα υπάρχουν, όταν προέκυψαν για να μπορέσουν να τα αντιμετωπίσουν, μετήλθαν αντιδημοκρατικά αντικοινωνικά μέτρα. Επομένως, στηρίζεται στην απόδοση ευθύνης των θεσμικών οργάνων που πήραν αποφάσεις και υλοποιούν αυτές τις πολιτικές παραβιάζοντας ακόμη και τις συνθήκες, τη λαϊκή βούληση, το στοιχείο της δημοκρατίας, της αλληλεγγύης, που, ως γνωστόν, είναι ρήτρα στην ΕΕ. Προσφεύγεις, λοιπόν, στο ευρωπαϊκό δίκαιο έτσι όπως το είχαν διαμορφώσει – όχι όπως θα το θέλαμε εμείς.
Τρίτον, στηρίζεται στο ιστορικό ευρωπαϊκό προηγούμενο, από το οποίο αντλούμε πείρα και δεν εννοώ μόνο την περίπτωση, μεταπολεμικά, της Γερμανίας, που η λύση που δόθηκε είχε και αναπτυξιακή βοήθεια, και διαγραφή, και περίοδο αποπληρωμής και ρήτρα ανάπτυξης. Είναι και οι διαγραφές που έχουν γίνει σε παγκόσμιο επίπεδο: απ΄ το 1950 και μετά έγιναν διαγραφές χρεών σε σαράντα επτά χώρες.

Μα δεν αντιδρούσαν οι αγορές, όπως μας λένε τώρα;

Μια μελέτη αναφέρει ότι μια διαγραφή δεν οδηγεί οπωσδήποτε σε υπερ-αντίδραση των αγορών ούτε σε στέρηση επενδυτικών δυνατοτήτων. Η διαγραφή του μεγαλύτερου μέρους του χρέους δεν έχει μια μπαταχτσίδικη λογική αθέτησης ανειλημμένων υποχρεώσεων, αλλά συνιστά ένα μοχλό απελευθέρωσης δυνατοτήτων. Το σχέδιό μας για τη διαπραγμάτευση θα είναι μικτό, θα θέτει το πρόβλημα ως ελληνικό και ως ευρωπαϊκό. Διότι, η Ελλάδα, καταρχάς αντιμετωπίστηκε ως εξαίρεση και με το παράδειγμά της φτιάχτηκαν τα μνημόνια. Στη συνέχεια, έγινε το ίδιο και για άλλες χώρες, γενικεύτηκε η πολιτική λιτότητας. Συγχρόνως, είχαμε αλλαγή συμπεριφοράς μέσα στην ΕΕ, στην ΕΚΤ. Τότε, πχ, ο κ. Τρισέ έλεγε «καθόλου αγορά ομολόγων». Τώρα, συζητούν ακόμη και αγορά από τη δευτερογενή αγορά. Επομένως, αυτό το πειραματόζωο, η Ελλάδα, πλήρωσε προκαταβολικά και δικαιούται να ζητήσει αποκατάσταση της ζημιάς και ταυτόχρονα αυτή να μην ξανασυμβεί σε άλλη χώρα.

Ποιος εκβιάζει ποιον;

Υπάρχει θεσμικό έδαφος στην ΕΕ και την Ευρωζώνη για να εγερθεί μια τέτοια αξίωση;

Η αποκατάσταση αυτής της βλάβης είναι σημαντικό θεσμικό και πολιτικό θέμα καθώς στη Συνθήκη λειτουργίας της ΕΕ υπάρχει η σχετική αναφορά. Αν οι πολιτικές που χάραξαν και εφάρμοσαν ευρωπαϊκοί θεσμοί έχουν κάνει ζημιά, προβλέπεται να μπορεί να αιτείται ο ζημιωμένος αποκατάσταση της ζημιάς.

Τότε μάρτυρας θα είναι ασφαλώς ο κ. Γκάιρντνερ, ο πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ με όσα κατέγραψε για τιμωρητική λογική των ηγετών της Ευρωζώνης, που αδιαφορούσαν για τις συνέπειες της πολιτικής τους κτλ.

Στη σύσκεψη που αναφέρει ο κ. Γκάιρντνερ αντιμετωπίστηκε και ο ίδιος σκαιότατα. Έχουμε και τη «συνηγορία» με τις ωμές δηλώσεις των Όλι Ρεν και Τρισέ ότι δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς διότι θα κινδύνευαν η Ευρώπη και οι ευρωπαικές τράπεζες. «Επομένως θα το δεχθείτε αυτό» είπαν στην ελληνική πλευρά. Έχουμε επίσης και τη συνηγορία του ιρλανδού υπουργού Οικονομικών στην περίοδο της κρίσης, ο οποίος είπε, και έχει δημοσιευτεί, ότι ήταν εκβιαστικό , ότι του επέβαλαν το μνημόνιο. Ακόμη και ο κ. Ε. Βενιζέλος έχει πει ότι το σχέδιο «μας επεβλήθη». Αυτή η επιβολή η οποία υπερέβη εθνικό δίκαιο, διεθνείς συμβάσεις και καταστατικούς χάρτες, εργατικό δίκαιο, ευρωπαϊκούς θεσμούς, συντάγματα και, βεβαίως, κάθε οικονομική λογική δεν υπάκουε, σ’ αυτό που λένε οι κανόνες της ΕΕ, οι Συνθήκες και επομένως δεν συνιστά υποχρέωσή μας. Είναι μία παρανομία ολκής, σκοπιμότητα που παρέκαμψε τα πάντα. Στο αξιακό επίπεδο είναι μεγάλης σημασίας, ουσιαστικής και συμβολικής ό, τι κάνουμε, να σταματήσει δηλαδή να ισχύει το δόγμα Μέρκελ ότι οι αγορές, η Ευρωζώνη όπως έχει φτιαχτεί είναι πάνω από τα δημοκρατικά, κοινωνικά, ακόμη και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Από εδώ απορρέουν και οι δυσκολίες, αλλά και η μεγάλη σημασία της ανατροπής που επιδιώκουμε.

Η χώρα μπορεί να υπέστη εκβιασμό, όμως ο πρωθυπουργός στο άρθρο του στην «Καθημερινή» υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τώρα εκβιάζει τους δανειστές του …

Δεν εκβιάζει κανέναν, αλλά δεν δέχεται και κανέναν εκβιασμό. Αν ο κ. Σαμαράς θεωρεί εκβιασμό το ότι εμείς υπερασπιζόμαστε τα συμφέροντα του ελληνικού λαού, και ταυτόχρονα μια Ευρώπη της αλληλεγγύης, της δημοκρατίας, της κοινωνικής και οικονομικής συνοχής είναι προς τιμή μας. Οι αγορές, εξάλλου, δεν εκβιάζονται, δυστυχώς, είμαστε στην εποχή που αυτές εκβιάζουν. Αλλά για να το μπορούν χρειάζονται πρόθυμους. Στη λογική τους είναι να θέλουν και να αναπαράγουν κέρδη, να δανείσουν επομένως. Το στοιχείο της διαπραγμάτευσης ενυπάρχει στη ζωή τους. Δεν είναι μόνο ο δανειζόμενος που βρίσκεται σε δύσκολη κατάσταση, αλλά και αυτός που θέλει να δανείσει, να αξιοποιήσει, να μοχλεύσει κάποτε και να κερδοσκοπήσει με τα κεφάλαιά του. Εσύ θέλεις να σταματήσει αυτός ο καταναγκασμός και να ζητηθούν λύσεις από πολιτικούς θεσμούς που έχουν ιδρυθεί, τουλάχιστον στα λόγια, για να με προστατέψουν ως χώρα. Αυτό είπαν, γι’ αυτό μπήκαμε στην ΕΕ, για να μας προστατεύσει. Άρα, το να θες να αποκαταστήσεις τα πράγματα δεν είναι καθόλου εκβιασμός, αλλά σωστή τοποθέτηση της πολιτικής πάνω από τις αγορές και την οικονομία.

Πώς προχωράει η προετοιμασία του ΣΥΡΙΖΑ

Πώς προχωρεί, λοιπόν, πώς υλοποιείται η εντολή που πήρες από την Πολιτική Γραμματεία, να οργανώσεις το σώμα της διαπραγμάτευσης για το χρέος;

Μια μικρή γεύση, νομίζω, πήρες και από τη συζήτησή μας. Ο φάκελος που συγκροτείται εδώ, αξιοποιώντας όλες τις έως τώρα εργασίες και συμβολές, θα συζητηθεί στα πολιτικά όργανα του ΣΥΡΙΖΑ και, αύριο, αν αυτή η προετοιμασία είναι επαρκής, θα αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση της Αριστεράς που θα κάνει τη διαπραγμάτευση. Είναι ένα δύσκολο καθήκον, αλλά νομίζω ότι με τη βοήθεια πολλών ειδικών, πολλών συντρόφων θα μπορέσουμε, αρκεί να το πιστεύουμε, να είμαστε όσο το δυνατό καλύτερα προετοιμασμένοι να καταφέρουμε αυτόν το στόχο που, όπως είπαμε, έχει και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη μεγάλη σημασία. Αν μπορέσουμε μέσα απ’ αυτή, κυρίως, να δώσουμε απαντήσεις στα προβλήματα του λαού, με τη στήριξη του οποίου όλα είανι δυνατά.

Περιμένουμε, οι πάντες, να επικεντρώνονται στον καίριο στόχο της διαπραγμάτευσης, προφυλάσσοντας τον κορμό των θέσεων του κόμματος από διάφορες ερμηνείες.

Από την εμπειρία μου ως ευρωβουλευτή, ιδίως από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε αξιωματική αντιπολίτευση, θα πω με κάθε ευθύνη ότι το τι λέμε, το τι διεκδικούμε, το τι προβάλλουμε παρακολουθείται λεπτομερώς. Τολμώ να πω, λοιπόν, ότι η διαπραγμάτευση της αυριανής κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ με τους δανειστές μας και κυρίως με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, γιατί εκεί θα τεθεί κυρίως το πρόβλημα, έχει αρχίσει. Όταν μία μάχη είναι σε εξέλιξη πρέπει να είσαι προσεκτικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου